τίθημι = θέτω, τοποθετῶ
ἐτίθην
θήσω
ἔθηκα
τέθηκα/τέθεικα
ἀνατίθημι: επιῤῥίπτω, αναφέρω αφιερώνω( >ανάθεμα)
κατατίθημι: πληρώνω, φυλακίζω
διατίθημι: διανέμω, διευθετώ
μετατίθημι: μεταθέτω
παρατίθημι: παραθέτω
ἐπιτίθημι: επιθέτω ( τοποθετῶ επί τινος)
προτίθημι: παραθέτω εκθέτω νεκρό (> πρόθεση)
ἐκτίθημι προστίθημι: πλησιάζω, προσαρμόζω
συντίθημι: συνθέτω, συνάπτω, κατασκευάζω
-θέτης
θέση (ανά-, παρά-, κατά-, διά-, σύν-, αντί-, επί-, υπό- εν-, εκ-,πρό-, προσ-, κ.λ.π.)
θεσμός, θήκη (και σύνθετα)
θετός
θετικός
κ.λ.π.