Προσωπικὲς Ἱστοσελίδες Δημήτριος Εὐαγγ. Μούρμουρας


Ὁμηρικά Ἔπη Ἀρχική

σφεῖς, σφέα

ὀνομ. πληθ. ἀρσ. καὶ θηλ. τῆς προσ. ἀντων. γ' προσ. αὐτοί, αύταί, οὐδ. σφέα=αὐτά | 2. σπανιώτατα ἡ σφεῖς ἀπαντᾷ καὶ ἐπὶ β’ προσ.: μετὰ σφίσιν ἀντὶ μεθ᾿ ὑμῖν.

 


Δημήτριος Ε. Μούρμουρας

Copyright©2012 Dimitrios E. Mourmouras
Last Update 1 December, 2014