Προσωπικὲς Ἱστοσελίδες Δημήτριος Εὐαγγ. Μούρμουρας


Ὁμηρικά Ἔπη Ἀρχική

ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ
Ἀναφορικὲς λέγονται οἱ ἀντωνυμίες μὲ τὶς ὁποίες κανονικὰ μιὰ ὁλόκληρη πρόταση ἀναφέρεται σὲ λέξη ἄλλης πρότασης ἤ στὸ ὅλο νόημά της: ἔστι δίκης ὀφθαλμός, ὅς τὰ πάνθ’ ὁρᾷ - Δερκυλίδας ἐστάθη τὴν ἀσπίδα ἔχων, ὃ δοκεῖ κηλὶς εἶναι.
Ἀναφορικὲς ἀντωνυμίες εἶναι:
1. ὅς, ἥ, ὅ (= ὁ ὁποῖος -α -ον)

Ἐνικός Πληθυντικός Δυϊκός
ὀνομαστική ὅς

οἵ
αἵ

ὥ (ἅ)
γενική οὗ
ἧς
οὗ
ὧν
ὧν
ὧν
οἷν
οἷν (αἷν)
οἷν
δοτική

οἷς
αἷς
οἷς
οἷν
οἷν (αἷν)
οἷν
αἰτιατική ὅν
ἥν
οὕς
ἅς

ὥ (ἅ)


1. ὅς, ἥ, ὅ (=ὁ ὁποῖος, αὐτὸς πού) Ἐνικός Πληθυντικός Δυϊκός ὀνομαστική ὅς ἥ ὅ οἵ αἵ ἅ ὥ ὥ (ἅ) ὥ γενική οὗ ἧς οὗ ὧν ὧν ὧν οἷν οἷν (αἷν) οἷν δοτική ᾧ ᾗ ᾧ οἷς αἷς οἷς οἷν οἷν (αἷν) οἷν αἰτιατική ὅν ἥν ὅ οὕς ἅς ἅ ὥ ὥ (ἅ) ὥ
2. ὅσπερ, ἥπερ, ὅπερ (=ἀυτὸς ἀκριβῶς πού)
Ἐνικός Πληθυντικός Δυϊκός ὀνομαστική ὅσπερ ἥπερ ὅπερ οἵπερ αἵπερ ἅπερ ὥπερ ὥπερ (ἅπερ) ὥπερ γενική οὗπερ ἧσπερ οὗπερ ὧνπερ ὧνπερ ὧνπερ οἷνπερ οἷνπερ (αἷνπερ) οἷνπερ δοτική ᾧπερ ᾗπερ ᾧπερ οἷσπερ αἷσπερ οἷσπερ οἷνπερ οἷνπερ (αἷνπερ) οἷνπερ αἰτιατική ὅνπερ ἥνπερ ὅπερ οὕσπερ ἅσπερ ἅπερ ὥπερ ὥπερ (ἅπερ) ὥπερ
3. ὅστις, ἥτις, ὅ,τι (=ὅποιος)
Ἐνικός άριθμός Πληθυντικός Δυϊκός ὀνομαστική ὅστις ἥτις ὅ,τι οἵτινες αἵτινες ἅτινα ἤ ἅττα ὥτινε ὥτινε (ἅτινε) ὥτινε γενική οὗτινος καὶ ὅτου ἧστινος οὗτινος καὶ ὅτου ὧντινων ὧντινων ὧντινων οἷντινοιν οἷντινοιν (αἷντινοιν) οἷντινοιν δοτική ᾧτινι καὶ ὅτῳ ᾗτινι ᾧτινι καὶ ὅτῳ οἷστισι(ν) αἷστισι(ν) οἷστισι(ν) οἷντινοιν οἷντινοιν (αἷντινοιν) οἷντινοιν αἰτιατική ὅντινα ἥντινα ὅ,τι οὕστινας ἅστινας ἅτινα ἤ ἅττα ὥτινε ὥτινε (ἅτινε) ὥτινε
4. ὁπότερος, ὁποτέρα, ὁπότερον (=ὅποιος ἀπὸ τοὺς δύο)
5. ὅσος, ὅση, ὅσον
6. ὁπόσος, ὁπόση, ὁπόσον (=ὅσος)
7. οἷος, οἵα, οἷον (=τέτοιος πού)
8. ὁποῖος, ὁποία, ὁποῖον χωρὶς ἄρθρο (=ὅποιας λογῆς)
9. ἡλίκος, ἡλίκη, ἡλίκον (=ὅσο μεγάλος)
10. ὁπηλίκος, ὁπηλίκη, ὁπηλίκον (=ὅσο μεγάλος)
11. ὁποδαπός, ὁποδαπή, ὁποδαπόν (=ἀπὸ ποιὸν τόπο΄ σὲ πλάγια ἐρώτηση)

 


Δημήτριος Ε. Μούρμουρας

Copyright©2012 Dimitrios E. Mourmouras
Last Update 27 May, 2014